Friday, 9 July 2010

Τελικά, τι Ευρώπη θέλουμε; -Σε αναζήτηση ενός ρεαλιστικού μοντέλου για την Νέα Ευρώπη


Πάνε 53 ολόκληρα χρόνια από τότε που έξι χώρες της ευρωπαϊκής ηπείρου αποφάσισαν να ενώσουν οικονομικά τις δυνάμεις τους, συστήνοντας με την Συνθήκη της Ρώμης την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) –τον προθάλαμο της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Από το μακρινό 1957, έχει κυλίσει αναμφίβολα, πολύ νερό στο αυλάκι της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, με θετικές και αρνητικές εξελίξεις να διαδέχονται η μία την άλλη, χωρίς όμως να μπορεί να αμφισβητηθεί η μεγάλη πρόοδος του εγχειρήματος.

Τον τελευταίο καιρό όμως, είναι γεγονός ότι το ευρωπαϊκό όνειρο διανύει περίοδο ισχνών αγελάδων. Οι πάσης φύσεως Κασσάνδρες βρίσκονται παντού, καταστροφολογώντας και προμηνύοντας τα μύρια όσα –από την κατάρρευση του ευρώ μέχρι και την διάλυση της ίδιας της ΕΕ. Και μπορεί οι «μάντεις κακών» να είναι συνήθως φορείς άκρατου και ανεδαφικού πεσιμισμού, δεν παύει όμως πάνω από την Ευρώπη, να πλανάται τα τελευταία χρόνια ένα μαύρο σύννεφο, που έχει προκαλέσει μία πρωτοφανή παγωμάρα στους πολίτες της, όσον αφορά τις προοπτικές της ΕΕ και του εν γένει project της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Η αρχή αυτής της περιόδου έχει τις ρίζες της στο 2005 και την απόρριψη του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Από τότε, αρκετά ήταν τα γεγονότα που συνέβαλλαν σε αυτό το κλίμα αρνητισμού, με την πρόσφατη ελληνική κρίση χρέους να αποτελεί την χαριστική βολή. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι λογικό οι συζητήσεις για την κατάσταση της ΕΕ να δίνουν και να παίρνουν.

Παρ’όλα αυτά όμως, το πλέον σημαντικό ζήτημα δεν είναι το τι Ευρώπη έχουμε, αλλά το τι –και πόση- Ευρώπη θέλουμε. Είναι γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες –από την Σουηδία ως την Ελλάδα κι από την Πορτογαλία ως την Πολωνία- μοιράζονται μία αβεβαιότητα για το κοινό τους μέλλον, η οποία έχει τις ρίζες της σε πολύ συγκεκριμένες καταστάσεις. Τέτοιες είναι ο φόβος της ανεργίας, η αβεβαιότητα για το μέλλον του συστήματος κοινωνικής προστασίας, τα θέματα ασφάλειας, η έγνοια για την διατήρηση της εθνικής τους ταυτότητας, και διάφορες άλλες, οι οποίες αποτελούν την καθημερινότητα των Ευρωπαίων πολιτών, από την οποία οι ηγέτες τους μοιάζουν τον τελευταία να είναι αποστασιοποιημένοι.

Συνεπώς, είναι έκδηλο, ότι μία προσπάθεια για την εκ νέου ώθηση του ευρωπαϊκού οράματος, δεν μπορεί παρά να εστιάσει σε αυτές ακριβώς τις καταστάσεις και τα προβλήματα. Διότι, για την πραγμάτωση του οράματος μίας Νέας Ευρώπης, δεν νοείται να προωθείται η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ως ένα ιδεολόγημα και μόνον. Είναι πλέον πασιφανές ότι μία τέτοια τακτική δεν οδηγεί πουθενά. Οι Ευρωπαίοι πολίτες θέλουν από την ΕΕ και τους ηγέτες της, ένα νέο όραμα που θα δίνει άμεσες απαντήσεις στα προβλήματά τους.

Κινούμενοι προς αυτήν την κατεύθυνση και έχοντας νωπές τις συνέπειες της πρόσφατης κρίσης χρέους των αδύναμων κρίκων της αλυσίδας, οι Ευρωπαίοι ηγέτες οφείλουν πρώτα απ’όλα να παραδεχθούν ότι δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει επ’άπειρον ένα κοινό νόμισμα, χωρίς την υποστήριξη μίας κοινής κατευθυντήριας οικονομικής πολιτικής. Δεν ήταν λίγες οι φωνές των ειδικών που «κραύγαζαν» για το συγκεκριμένο ζήτημα από την εποχή της συνθήκης του Μάαστριχτ, αλλά τότε δυστυχώς αντιμετωπίστηκαν σχεδόν σαν οι «τρελοί του χωριού». Πλέον, ιδιαίτερα μετά την κρίση χρέους, λίγοι είναι οι αναλυτές που αμφισβητούν αυτήν την αναγκαιότητα.

Παράλληλα, το μοντέλο για την Νέα Ευρώπη, οφείλει να προωθεί την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών, χωρίς όμως ταυτόχρονα να σμπαραλιάζει το όραμα του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Μοντέλου, το οποίο απετέλεσε τον θεμέλιο λίθο πάνω στον οποίο στήθηκε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Η Νέα Ευρώπη, θα πρέπει μεν να είναι «κεντρικά ισχυρή», αλλά ταυτόχρονα οφείλει να εξαλείψει πλήρως τα φαινόμενα ενός «άκυρου» παρεμβατισμού, να ξεπεράσει τις πατερναλιστικές αγκυλώσεις της και να τοποθετήσει μια για πάντα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, την εικόνα του ευμεγέθους γραφειοκρατικού τέρατος που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία κυρίως χρόνια.

Ο παρατηρητής, με μία πιο ψύχραιμη και σφαιρική θεώρηση του ζητήματος, μπορεί εύκολα να αντιληφθεί, ότι η ΕΕ ως project, ως όραμα και ως πραγματικότητα, είναι σαν το ποδήλατο. Αν σταματήσει να πηγαίνει προς τα εμπρός, το μόνο που θα καταφέρει είναι να καταστραφεί. Διότι, αν προσπαθήσει κανείς να σκεφθεί πώς θα είναι μία νέα πραγματικότητα στην ευρωπαϊκή ήπειρο χωρίς την ΕΕ, τότε μόνον θα αντιληφθεί το πόσα θαυμαστά έχουν επιτευχθεί αλλά και το τραγικό μέγεθος του πισωγυρίσματος που θα επιφέρει μία πιθανή κατάρρευση. Η ευρωπαϊκή ήπειρος θα υπάρχει χωρίς ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων, χωρίς ένα και μοναδικό νόμισμα, αλλά κυρίως χωρίς την βεβαιότητα της ειρηνικής συνύπαρξης. Και μπορεί το τελευταίο για τις νεότερες γενιές να μην σημαίνει και πολλά, αλλά τα 65 χρόνια από το τέλος του Β’ Π.Π. και την διαλυμένη ήπειρο που άφησε πίσω του, με βάση ιστορικά κριτήρια θεώρησης, αποτελούν μία πολύ μικρή χρονική περίοδο.

Έχοντας τα προαναφερθέντα κατά νου, το πραγματικό δίλλημα για το μέλλον της ΕΕ είναι φανερό. Η επιλογή έγκειται μεταξύ μίας παραπαίουσας Ευρώπης, η οποία σαν άλλη Ρώμη θα παρακολουθεί αμέτοχη τις εξελίξεις να την ωθούν σε μία προμελετημένη κατάρρευση, και μίας αληθινά Νέας Ευρώπης η οποία θα προσφέρει στους πολίτες της ένα σύγχρονο, ξεκάθαρο και σύμφωνο των απαιτήσεών τους όραμα. Η πρώτη επιλογή, το μόνο που απαιτεί είναι απραξία. Η δεύτερη επιλογή απαιτεί από τους Ευρωπαίους ηγέτες να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και με ξεκάθαρες και τολμηρές αποφάσεις, να κάνουν την Νέα Ευρώπη πραγματικότητα.

No comments: