Tuesday 16 November 2010

Λίγο τσάι, Mr. President;



Οι πολυαναμενόμενες ενδιάμεσες εκλογές που έλαβαν χώρα στις ΗΠΑ την περασμένη Τρίτη, είναι αλήθεια ότι δεν επεφύλαξαν κανενός είδους έκπληξη. Στη μεγαλύτερη ανατροπή σκηνικού των τελευταίων 72 χρόνων, οι Ρεπουμπλικάνοι κατόρθωσαν να ανακτήσουν με ιδιαίτερη άνεση την πλειοψηφία της Βουλής των Αντιπροσώπων και να κερδίσουν πολλές «δημοκρατικές» έδρες στη Γερουσία –την οποία, όπως αναμενόταν, δεν κατάφεραν να ελέγξουν.

Μεγάλος νικητής της βραδιάς, το –ανά την υφήλιο πλέον- διάσημο κίνημα των Tea Parties (Πάρτι Τσαγιού) (εικ. 1), το οποίο, κατόρθωσε να εκλέξει ένα μεγάλο αριθμό υποψηφίων του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που υποστήριζε και να αποκτήσει κατά αυτόν τον τρόπο, μία ιδιαίτερα σημαντική εκπροσώπηση στα δύο σώματα του Κογκρέσου. Μεγάλος ηττημένος, ο πρόεδρος Barack Obama, ο οποίος κατόρθωσε μέσα σε δύο χρόνια να βρεθεί από το πολιτικό ζενίθ στο ναδίρ, από την απόλυτη λατρεία στην απόλυτη απαξίωση.

Το κίνημα των Tea Parties, παρουσιάζεται από αρκετούς αναλυτές, ως ένα συνονθύλευμα γραφικών, υπερσυντηρητικών και θρησκόληπτων στοιχείων, το οποίο κατά καιρούς κάνει την εμφάνισή του στην αμερικάνικη πολιτική πραγματικότητα –κυρίως σε εποχές οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων. Σίγουρα, ένα κομμάτι των μελών των Tea Parties, δεν απέχει πολύ από την παραπάνω περιγραφή. Σε καμία όμως περίπτωση δεν αποτελεί την πλειοψηφία και επιπρόσθετα, όσο πιο κοντά έρχεται στην πολιτική επιφάνεια, τόσο περισσότερο χάνει την ισχύ του. Σαφέστατη απόδειξη αυτού, αποτελεί το γεγονός ότι από τους υποψηφίους που στήριξε το κίνημα, αυτοί που πραγματικά επέτυχαν μεγάλες νίκες, υπήρξαν οι πλέον μετριοπαθείς –όπως ο Marco Rubio (εικ. 2) στη Φλόριντα και ο Rand Paul στο Κεντάκυ-, ενώ γραφικές περιπτώσεις σαν αυτή της Christine O’Donnell (εικ. 3), καταποντίστηκαν.

Αν λοιπόν κανείς, παραμερίσει τις όποιες γραφικότητες και παρατηρήσει την ουσία των όσων επαγγέλλονται τα Tea Parties, θα αντιληφθεί ότι ο πυρήνας των αιτημάτων τους συνοψίζεται σε δύο σλόγκαν-κλειδιά: Λιγότερο κράτος – Χαμηλότερες δημόσιες δαπάνες. Είναι ένα ζητούμενο το οποίο πλέον αποτελεί κεντρική πολιτική στόχευση της πλειοψηφίας των κυβερνήσεων στο δυτικό ημισφαίριο. Από τη Βρετανία του Cameron και τη Γερμανία της Merkel, μέχρι την Ισπανία του Zapatero και τον Καναδά του Harper, παντού γίνονται προσπάθειες να χαλιναγωγηθεί το τέρας των κρατικών ελλειμμάτων, με μειώσεις των δημοσίων δαπανών και περικοπές στον ρόλο του κράτους. Όταν κάτι αποτελεί πλέον διεθνή πρακτική, είναι τουλάχιστον αφελές να απαξιώνεται –και μάλιστα στις ΗΠΑ- ως γραφικό ή ακραίο, δεν νομίζετε;

Αυτές ακριβώς, σύμφωνα με μετρήσεις, είναι και οι απαιτήσεις της πλειοψηφίας της κοινωνίας των ΗΠΑ. Οι Αμερικάνοι τα τελευταία χρόνια ζουν μέσα σε μία «ομίχλη» αβεβαιότητας, κι ενώ ο πρόεδρος τους, τους διαβεβαίωνε ότι σύντομα θα εξέλθουν από αυτήν την κατάσταση, δεν έχουν καταφέρει ακόμα να δουν φως σε αυτό το τούνελ. Το «κακό» με τον μέσο Αμερικάνο πολίτη, είναι ότι δεν έχει μάθει να ζει στην αβεβαιότητα. Αντιθέτως, έχει μάθει να πατά με σιγουριά στα πόδια του και να ατενίζει με αισιοδοξία το μέλλον. Έχει μάθει να ζει το «Αμερικάνικο όνειρο». Κι ακριβώς επειδή το όνειρο τείνει να γίνει εφιάλτης, έχει εξαγριωθεί. Και το δείχνει. Τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών, υπήρξαν απλά ένα σύμπτωμα αυτής της παθογόνου κατάστασης.

Αυτό λοιπόν το μήνυμα της αμερικάνικης κοινωνίας, καλείται να εισπράξει ο πρόεδρος Obama και να αντιδράσει αναλόγως. Σε ευθέως ανάλογη κατάσταση άλλωστε, βρέθηκε και ο τελευταίος πρόεδρος των Δημοκρατικών, ο Bill Clinton, μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του 1994. Μάλιστα τότε οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν κερδίσει τον έλεγχο και των δύο Σωμάτων του Κογκρέσου. Ο πανούργος Clinton, αντέδρασε ακαριαία. Προσάρμοσε τις πολιτικές του, έβαλε νερό στο κρασί του όπου χρειάστηκε –ασφαλιστική μεταρρύθμιση- και ταυτόχρονα, υπήρξε αποφασιστικός όταν όφειλε, με αποτέλεσμα δύο χρόνια μετά να επανεκλεγεί θριαμβευτικά, μένοντας στην ιστορία ως ένας από τους πλέον επιτυχημένος προέδρους των ΗΠΑ.

Και ο Barack Obama όμως, σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί έναν αποτυχημένο πρόεδρο, πόσο μάλλον έναν ανίκανο πολιτικό. Ευφυέστατα, ο θριαμβευτής Marco Rubio το βράδυ της Τρίτης, έσπευσε να το υπενθυμίσει αυτό στο αλαλάζων κοινό του, σε μια προσπάθεια να το προσγειώσει. Ο Obama, είναι ο ίδιος πολιτικός για χάριν του οποίου λίγους μήνες πριν, ένα ολόκληρο έθνος –έστω, η πλειοψηφία του…- ζητωκραύγαζε εκείνο το περίφημο «Yes, we can» -«Ναι, μπορούμε» (εικ. 4). Είναι ο ίδιος Πρόεδρος που κατόρθωσε μέσα σε λίγους μήνες θητείας να αναστηλώσει την κατακρημνισμένη διεθνή εικόνα της χώρας του, ο ίδιος Πρόεδρος που έσωσε τον πλανήτη από μία δεύτερη Μεγάλη Ύφεση. Θα αποτελέσει μέγιστο σφάλμα των Ρεπουμπλικάνων αν τον ξεγράψουν από τώρα.

Συνοψίζοντας, το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων εκλογών, αποτελεί για τον πρόεδρο των ΗΠΑ ένα καμπανάκι, το οποίο του προσφέρει μία τελευταία ευκαιρία. Μια ευκαιρία για να απεμπολήσει τις ιδεοληψίες και να επικεντρωθεί στην πολιτική σύνθεση, να βγει από τον «γυάλινο πύργο» του και να αφουγκραστεί την μεγάλη πλειοψηφία της αμερικάνικης κοινωνίας, η οποία έπαψε –καιρό τώρα- να είναι σιωπηλή. Αυτή η πλειοψηφία, έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ, έναν πραγματιστή ηγέτη ο οποίος θα θέσει ως προτεραιότητά του, τη διακομματική συνεργασία. Και γι’αυτόν ακριβώς το λόγο, δεν πρόκειται να εμπιστευτεί ξανά έναν απόμακρο ιδεαλιστή, ο οποίος προωθεί την ιδεολογικά φορτισμένη πολιτική του ατζέντα, αδιαφορώντας για τα μηνύματα της «Μέσης Αμερικής».

Το ταλέντο του πολιτικού Barack Obama είναι υπερβολικά σπάνιο, για να πάει χαμένο εξαιτίας των πάσης φύσεως αγκυλώσεων του ανδρός. Ο ίδιος, πρέπει το συντομότερο δυνατό, να το αναλογιστεί αυτό και να πράξει τα δέοντα.

Friday 5 November 2010

Ας προτάξουμε υπεύθυνο πραγματισμό, στη λαίλαπα του λαϊκισμού…



Είναι γεγονός ότι, οι Έλληνες, περνάμε μία από τις δυσκολότερες περιόδους στην πρόσφατη ιστορία της χώρας. Η κατάσταση της οικονομίας είναι σε πρωτοφανή άσχημη κατάσταση, με το Μνημόνιο να στέκεται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι των πολιτών. Οι Έλληνες, νοιώθουμε τη διαφορά στην τσέπη μας, η αγοραστική μας δύναμη έχει φθάσει σε επίπεδα δεκαετίας του ’70, επιχειρήσεις κλείνουν, η ανεργία καλπάζει. Το πρόβλημα έχει μπει μέσα στα σπίτια μας, στα σπίτια των γειτόνων και των φίλων μας, έχει επηρεάσει τις ζωές όλων μας.

Όλα αυτά μας έχουν κάνει απαισιόδοξους και κατηφείς. Πρόσφατα μάλιστα, πήραμε και το χρυσό μετάλλιο στο συγκεκριμένο τομέα, ως ο πλέον απαισιόδοξος –για το μέλλον της χώρας του- λαός της Ευρώπης. Προφανές. Εκπλήσσετε κανείς από αυτό;

Μέσα σε αυτό το «μαύρο κλίμα», καλούμαστε την Κυριακή να ψηφίσουμε τους νέους τοπικούς μας «άρχοντες», οι οποίοι θα συγκροτήσουν την εικόνα του νέου διοικητικού χάρτη της χώρας. Αυτός ο χάρτης θα είναι αυτήν την φορά πραγματικά νέος, καθώς έχει «αλλοιωθεί» ριζικά, από τον περιώνυμο πλέον Καλλικράτη. Ο περί ου ο λόγος νόμος, φέρνει πραγματική επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο ασκείται η δημόσια διοίκηση. Για να το αντιληφθεί κανείς αυτό, δεν χρειάζεται τίποτε παραπάνω από να υπενθυμιστεί το γεγονός ότι, με την εφαρμογή του, μεταφέρονται στο θεσμό του αιρετού περιφερειάρχη, περισσότερες από 300 (!!) αρμοδιότητες που ανήκαν μέχρι σήμερα στην κεντρική διοίκηση.

Σε αυτήν λοιπόν τη νέα εποχή για την τοπική αυτοδιοίκηση της χώρας, θα περίμενε κανείς από τα πολιτικά κόμματα, να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να προτάξουν έναν καινό λόγο, με φρέσκες προτάσεις, που θα συνάδουν με αυτό το νέο ξεκίνημα. Φευ. Η προεκλογική περίοδος υπήρξε για μία ακόμα φορά, ένας ακραιφνής διαγωνισμός λαϊκισμού, ατάλαντης δημαγωγίας και πρόταξης ψευτοδιλημμάτων και μικροκομματικών συμφερόντων έναντι των ουσιαστικών ζητημάτων των τοπικών κοινωνιών –δυστυχώς, από όλες ανεξαιρέτως τις πλευρές.

Βέβαια, ο απογοητευτικός τρόπος με τον οποίο αποφάσισαν να πορευθούν τα πολιτικά κόμματα και σε αυτήν την προεκλογική περίοδο, δεν συνεπάγεται σε καμία περίπτωση την απαξίωση ή την αλλοίωση της κρισιμότητας των συγκεκριμένων εκλογών. Ιδιαίτερα σε περιστάσεις δύσκολες όπως η τωρινή, η εκλογική διαδικασία αποτελεί το ύψιστο δώρο της δημοκρατίας στους πολίτες, το οποίο δημιουργεί και την ανάλογη υποχρέωση αξιοποίησής του από τους παραλήπτες.

Πόσο μάλλον, όταν έχουμε να κάνουμε με τον πλέον αποκεντρωμένο βαθμό της πολιτικής εξουσίας, την τοπική αυτοδιοίκηση. Καθ’ότι, δεν πρέπει να λησμονείται, το γεγονός ότι οι μεγάλες μεταβολές στην καθημερινότητά μας, είναι πολύ πιο εύλογο να επιχειρηθούν με κατεύθυνση από κάτω προς τα επάνω. Να πηγάσουν από τις τοπικές κοινωνίες και να βρουν σιγά-σιγά τον δρόμο προς τις ανώτερες διοικητικές ιεραρχίες. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, οι αυτοδιοικητικές εκλογές, αποτελούν μία μεγάλη ευκαιρία, η οποία δεν πρέπει να χαθεί στον λαβύρινθο του εύπεπτου λαϊκισμού που επέλεξαν οι πολιτικοί μας ταγοί.

Την Κυριακή λοιπόν, ας κλέψουμε λίγες ώρες από την πολυδαίδαλη καθημερινότητα, για να σκεφθούμε έξω από τα εσκαμμένα, έξω από τα πλαίσια που αναμένουν και προσδοκούν τα κομματικά ρετιρέ.

Ας βάλουμε στο περιθώριο τους κάθε λογής «Μαυρογιαλούρους» που βγήκαν και πάλι παγανιά. Ας αναλογιστούμε, προτάσσοντας το καλό της γειτονιάς και της πόλης μας και ας αναδείξουμε επιτέλους άξιους ανθρώπους που ενδιαφέρονται αληθινά για αυτό και που αφήνουν στην άκρη κομματικές παρωπίδες και αγκυλώσεις.

Διότι, ναι, όσο απαισιόδοξοι κι αν έχουμε γίνει, υπάρχουν και τέτοιοι. Απλά, επειδή συνήθως δεν είναι οι αγαπημένοι των διαφόρων μηχανισμών ανάδειξης,
χρειάζεται λίγο μεγαλύτερη προσπάθεια για να τους ανακαλύψουμε.

Θαρρώ πως αξίζει τον κόπο…