Tuesday, 25 January 2011

Θ’ ανθίσουν κι αλλού τα γιασεμιά της Τυνησίας;




Τις τελευταίες ημέρες, ένα επίμονο άρωμα πλανιέται, θαρρείς σαν σύννεφο, πάνω από τον Αραβικό κόσμο. Είναι η μυρωδιά του γιασεμιού. Αυτό το «επαναστατικό» άρωμα, απειλεί να εξαπλωθεί και να μαγέψει εκατομμύρια καταπιεσμένους Άραβες, οδηγώντας τους στην εξέγερση. Οι ηγέτες τους, τρέχουν έντρομοι να το «διαλύσουν» εν τη γεννέσει του. «Η Τυνησία τώρα, ζει αγκαλιά με τον φόβο», έσπευσε να αφορίσει ο πολύς Μουαμάρ Καντάφι.


Όλα ξεκίνησαν στις 17 Δεκεμβρίου. Εκείνη τη μέρα, ο Τυνήσιος Μοχάμεντ Μπουαζιζί, πτυχιούχος Πανεπιστημίου, αυτοπυρπολήθηκε. Βγάζοντας το ψωμί του πουλώντας φρούτα στους δρόμους, δεν άντεξε την κυβερνητική κατάσχεση του καροτσιού και της πραμάτειας του. Ο 26χρονος νέος πάλεψε επί τρεις εβδομάδες στο νοσοκομείο, αλλά τελικά δεν τα κατάφερε. Η κοινωνική κατακραυγή (εικ. 1) για το τραγικό του τέλος, απετέλεσε τη θρυαλλίδα για τα όσα ακολούθησαν, τη σπίθα που προκάλεσε την πυρκαγιά.


Τις δύο τελευταίες εβδομάδες, σύσσωμες οι παγκόσμιες κοινωνίες παρακολουθούν την εξέλιξη αυτού του θαύματος που συντελέστηκε στην Τυνησία –της «επανάστασης του γιασεμιού». Εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες της χώρας (εικ. 2), απελπισμένοι από την ανεργία, την πείνα και τη διαφθορά του δεσποτικού καθεστώτος, βγήκαν στους δρόμους φωνάζοντας «εμείς δεν φοβόμαστε κανέναν, φοβόμαστε μόνο τον Αλλάχ!». Το καθεστώς απάντησε με το μοναδικό τρόπο που γνωρίζει –βία και καταστολή (εικ. 3). Δεκάδες νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες, αμέτρητοι συλληφθέντες. Όμως αυτήν τη φορά, το ποτάμι της οργής δεν είχε σταματημό (εικ. 4). Έγινε χείμαρρος, πλημμύρισε και έπνιξε όσους προσπάθησαν να πάνε κόντρα στο ρεύμα του.


Το βράδυ της 14ης Ιανουαρίου, μετά από πολλές προσπάθειες κατευνασμού του πλήθους, έγινε, το πριν λίγο καιρό απροσδόκητο. Ο επί 23 ολόκληρα χρόνια δικτάτορας Ζίνε ελ Αμπιντίν Μπεν Αλί, διάλεξε την οδό της φυγής (εικ. 5). Επιβιβάστηκε σε ένα αεροπλάνο κι εγκατέλειψε την χώρα. Η πτώση του αυταρχικού καθεστώτος έγινε πραγματικότητα, μέσα σε λίγες μοναχά ημέρες. Η «επανάσταση του γιασεμιού» απεδείχθη νικηφόρα.


Για την Τυνησία όμως, αυτήν ήταν μόνο η αρχή. Διότι, για μία χώρα η οποία στα 55 χρόνια της ανεξαρτησίας της από τη Γαλλία έχει γνωρίσει δύο μόνον ηγέτες, η πτώση της δικτατορίας την οδηγεί αναμφίβολα σε αχαρτογράφητα ύδατα. Η δημιουργία της κυβέρνησης συνεργασίας (εικ. 6) που διαδέχθηκε τον Μπεν Αλί, δεν κατεύνασε απολύτως τα πνεύματα, καθώς, ξέχωρα από τα μύρια προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει, στους κόλπους της βρίσκονται και αρκετοί πρώην συνεργάτες του δικτάτορα. Ο Αλί-Μπαμπά έφυγε –τι θα γίνει όμως με τους 40 κλέφτες που έχουν μείνει πίσω;


Οι καταιγιστικές αυτές εξελίξεις στη μικρή Τυνησία –μία Αραβική χώρα 10 εκ. πολιτών-, οφείλουν όμως να εξεταστούν και υπό ένα ευρύτερο πρίσμα, με κύριο γνώμονα τον αντίκτυπο που θα έχουν στον υπόλοιπο Αραβικό κόσμο. Είναι δυνατόν η πυρκαγιά που άναψε στην Τυνησία να επεκταθεί και να αποτελέσει την αρχή του τέλους και για τα υπόλοιπα απολυταρχικά καθεστώτα της Β. Αφρικής και της Μέσης Ανατολής; Άλλωστε, το να καταφέρνει ένα καθαρά λαϊκό κίνημα να ανατρέψει έναν Άραβα δικτάτορα, δεν είναι δα και μία συχνά επαναλαμβανόμενη ιστορία…


Αυτήν την στιγμή, στην Αραβική Λίγκα των 22 χωρών και των 350 εκ. κατοίκων, μόλις 3 (!!) κράτη είναι δυνατόν να χαρακτηριστούν δημοκρατίες, κι αυτές σε καμία περίπτωση υγιείς –ο Λίβανος, το Ιράκ και η Παλαιστίνη. Στο Ιράκ οι επιθέσεις αυτοκτονίας αποτελούν καθημερινό φαινόμενο, η Παλαιστίνη δεν είναι καν διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος και στο Λίβανο οι κυβερνήσεις διαδέχονται η μία την άλλη σε διαστήματα μηνών. Όλες οι υπόλοιπες περιπτώσεις αποτελούν διάφορες μορφές απολυταρχικών και δικτατορικών καθεστώτων –από τη Λιβύη του Καντάφι και το Κατάρ των εμίρηδων, μέχρι την Αίγυπτο του Μουμπάρακ και την Αλγερία του Μπουτεφλίκα. Ακόμα και περιπτώσεις κρατών που απολαμβάνουν πρωτοφανή ανάπτυξη και πλούτο, δεν παρέχουν στους πολίτες τους, το στοιχειώδες δικαίωμα να αποφασίζουν ποιος θα τους κυβερνήσει.


Η αντίδραση αυτών των ηγετών στις εξελίξεις στην Τυνησία, υπήρξε προβλέψιμα φοβική. Στο σημερινό κόσμο των νέων τεχνολογιών και των κοινωνικών δικτύων, η πυρκαγιά μπορεί να εξαπλωθεί πιο εύκολα και πιο γρήγορα απ’ότι πολλοί από αυτούς φαντάζονται. Άλλωστε, ο ρόλος που έπαιξαν ιστοσελίδες όπως το Facebook και το YouΤube στα γεγονότα της Τυνησίας, ήταν τουλάχιστον καταλυτικός. Ήδη στη γειτονική Αλγερία, υπήρξαν μαζικές διαδηλώσεις αγανακτισμένων πολιτών. Πολλοί αναλυτές σπεύδουν να προβλέψουν ότι το επόμενο «θύμα του γιασεμιού» θα είναι το Μαρόκο, όπου κυβερνά για περισσότερο από δέκα χρόνια ο Μοχάμεντ ο 6ος. Αναμφίβολα όμως η σύμμαχος της Δύσης, η κατά κάποιον τρόπο ηγέτιδα δύναμη της περιοχής Αίγυπτος, αποτελεί το μεγάλο στοίχημα. Ο επί 30ετία «ηγεμόνας» Χόσνι Μουμπάρακ, παρά το πλέον του 90% ποσοστό που έλαβε στις τελευταίες «εκλογές», έχει ήδη αρχίσει να τρέμει μοναχά με την προοπτική αντίστοιχων εξελίξεων.


Φευ –τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, όσο μπορεί να δείχνουν στην επιφάνεια. Σε πολλές από αυτές τις χώρες, τα απολυταρχικά καθεστώτα, ακόμα κι αν δεν είναι δημοφιλή, έχουν πολύ ισχυρές ρίζες, οι οποίες αποτελούν και τον λόγο που διατηρούνται στην εξουσία όλα αυτά τα χρόνια. Στην Αίγυπτο του Μουμπάρακ, το καθεστώς φροντίζει και διατηρεί μία σχετική ελευθερία στον Τύπο, ενώ και η αστυνομία αποτελεί ένα ιδιαίτερα έμπειρο σώμα, που δύσκολα θα υποπέσει στα μοιραία λάθη της Τυνήσιας. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως αυτή της Συρίας, η διαρκής αίσθηση απειλής πολέμου –με το Ισραήλ εν προκειμένω- κάνει τους πολίτες πιο ανεκτικούς. Επιπλέον, το γεγονός ότι οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης σε όλα αυτά τα κράτη έχουν αποδυναμωθεί υπερβολικά από τις διώξεις που έχουν υποστεί, αποτελεί έναν ακόμα παράγοντα ισχυροποίησης των καθεστώτων.


Όλα αυτά σε καμία περίπτωση δε σημαίνουν ότι μία εξάπλωση των εξελίξεων στις γειτονικές –κατ’αρχάς- της Τυνησίας χώρες, αποκλείεται. Ούτε φυσικά ότι τα Αραβικά κράτη έχουν κάποιου είδους κατάρα, ή ότι οι πολίτες τους διαθέτουν αποδυναμωμένο το ένστικτο της δημοκρατίας. Απλά, για να λάβουν χώρα τέτοιες ριζικές ανατροπές, σε κάθε κράτος απαιτείται ένα διαφορετικό μείγμα από συνθήκες και παράγοντες, το οποίο σίγουρα δεν διαμορφώνεται από τη μία μέρα στην άλλη. Σε κάθε περίπτωση, η Τυνησία, ανεξάρτητα από την τροπή που θα πάρουν στη συνέχεια οι εξελίξεις, δύναται να αποτελέσει ένα φάρο-οδηγό για τους λαούς του Αραβικού κόσμου. Ας μην λησμονούμε όμως –το γιασεμί (εικ. 7), όπως και οι κάθε μορφής "επαναστάσεις", ανθίζει μοναχά υπό τις κατάλληλες συνθήκες και με μπόλικη "φροντίδα"…

Sunday, 9 January 2011

Η «Σιωπηρή Πλειοψηφία» καλείται να χτίσει την Ελλάδα του μέλλοντος




Διαχρονικό ίδιον του λαού μας η μοιρολατρία. Μα, τη χρονιά που μόλις μας άφησε, υπήρξε μία αληθινά πρωτόγνωρη έκρηξή της. Αναλυτές και διαμορφωτές γνώμης, πολιτικάντηδες και τηλεοπτικοί διάττοντες αστέρες, διαφόρων λογιών μοιρολογίστρες και Κασσάνδρες, διαγωνίζονταν για το ποια θα μπορέσει να εφεύρει το πλέον καταστροφολογικό και δακρύβρεχτο σενάριο για το μέλλον της χώρας.


Η ίδια άκρως ανεύθυνη κινδυνολογία, έχει σπεύσει να ανακηρύξει το νεόκοπο 2011, σε annus terribilis, στο «έτος του τρόμου». Πτωχεύσεις επίκεινται, «η χώρα θα φαλιρίσει», «να πάρουμε τα λεφτά μας από τις τράπεζες όσο προλαβαίνουμε». Άκρατος λαϊκισμός του χειρίστου είδους. Ανερμάτιστος, σκοταδιστικός, πνιγερός. Αλλά και ανεδαφικός ως προς την ουσία των όποιων επιχειρημάτων του. Και επιπρόσθετα, στο άκρον άωτον της υποκρισίας, έρχονται τα ίδια πρόσωπα να αναρωτηθούν -«μα, γιατί έχουν γίνει τόσο απαισιόδοξοι οι Έλληνες;».


Αλήθεια όμως, είναι όλα τόσο μαύρα, τόσο αναπότρεπτα καταστρεπτικά; Πέσαμε όντως από την άκρη του γκρεμού και τσακιστήκαμε; Επιτρέψτε μου να εκφράσω τις επιφυλάξεις μου. Την περασμένη άνοιξη, η ελληνική οικονομία, ανήμπορη να αντιμετωπίσει τη σφοδρότατη κρίση χρέους, αναγκάστηκε να καταφύγει στο περιώνυμο «μνημόνιο» και στο συνακόλουθο μηχανισμό στήριξης. Έχοντας αυτά ως δεδομένα, ας ξεκαθαρίσουμε κάποια απλά πραγματάκια. Το ελληνικό χρέος «ανήκει» ως επί το πλείστον σε τρείς ευρωπαϊκές τράπεζες (εικ. 3) –δύο γαλλικές (Societe Generale και Credit Agricole) και μία γερμανική (Hypo Real Estate). Σε περίπτωση πτώχευσης του ελληνικού κράτους, τα τραπεζικά συστήματα Γαλλίας και Γερμανίας θα έχουν υποστεί ανεπανόρθωτο χτύπημα. Αλλά και αυτό να μην ίσχυε, σε περίπτωση κατάρρευσης οποιουδήποτε μέλους της Ευρωζώνης, την επομένη κιόλας θα ακολουθήσει και ολόκληρο το οικοδόμημα της νομισματικής ένωσης. Συνεπώς, με δεδομένη την τήρηση του «μνημονίου» και την ύπαρξη του μηχανισμού στήριξης, δεν τίθεται ζήτημα πτώχευσης της χώρας. Τελεία.


Πέραν τούτου όμως, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που καταδεικνύουν ότι η κατάσταση μπορεί να είναι δύσκολη μεν, σε καμία περίπτωση μη αναστρέψιμη δε. Πρώτα απ’όλα, η ύφεση (εικ. 4) στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική οικονομία, δεν είναι μοναδικό ούτε και ανεξήγητο φαινόμενο. Αντιθέτως, είναι απολύτως φυσιολογικό, για περιπτώσεις χωρών που λαμβάνουν τέτοιας βαρύτητας μέτρα λιτότητας. Το 2009 ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης των χωρών της Ευρωζώνης έκλεισε στο -4%, με οικονομίες όπως αυτές της Γερμανίας και της Βρετανίας να κινούνται στο -5%. Η διαφορά είναι ότι η μεγάλη υφεσιακή βουτιά για την Ελλάδα ήρθε ένα χρόνο μετά, χωρίς φυσικά να μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι ένας ρυθμός της τάξης του -3,9% είναι δα και η συντέλεια του κόσμου. Η Ισλανδία λ.χ., μετά από ένα κατακλυσμιαίο -14,5%, βρέθηκε από φέτος σε εντυπωσιακή τροχιά ανάκαμψης.


Παράλληλα, αυτή καθεαυτή η κατάσταση στην οποία βρίσκεται στο σύνολο του ο μηχανισμός της ελληνικής οικονομίας, φανερώνει τατεράστια περιθώρια ανάταξης που υπάρχουν. Συγκεκριμένα, μόνο με την άρση των υφιστάμενων περιορισμών και σκληρώσεων στην επιχειρηματικότητα, στις αγορές και στα επαγγέλματα (εικ. 5), οι δυνατότητες επίτευξης κατακόρυφων αυξήσεων του προϊόντος, της ανταγωνιστικότητας, αλλά και της απασχόλησης, είναι πραγματικά πολύ μεγάλες.


Επιπλέον, στα παραπάνω, προστίθεται και ένας κοινωνιολογικού χαρακτήρα παράγοντας, ο οποίος έχει και την πιο βαρύνουσα σημασία. Στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας, έχει πλέον σαφέστατα διαμορφωθεί, μία «Σιωπηρή Πλειοψηφία» πολιτών, η οποία γνωρίζει πολύ καλά ότι έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου για το κτίσιμο μίας νέας Ελλάδας, μίας χώρας εκ βάθρων διαφορετικής από το ερείπιο που κείτεται στο βούρκο της κρίσης, της διαφθοράς και των πελατειακών σχέσεων. Και μάλιστα, γνωρίζει ότι «ήγγικεν η ώρα», όχι επειδή το επιβάλλει ένα «μνημόνιο», αλλά επειδή έχει συνειδητοποιήσει ότι το αληθινό ατομικό και συλλογικό της συμφέρον, είναι υποθηκευμένο σε αυτήν ακριβώς τη ριζική μεταρρύθμιση της χώρας.


Προσοχή! Κανείς δεν διατείνεται ότι η κατάσταση είναι απλή ή εύκολα αναστρέψιμη. Τουναντίον. Η χώρα διανύει τη μεγαλύτερη κρίση της νεότερης ιστορίας της, με την αποδόμηση του μεταδικτακτορικού μοντέλου να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Αυτή η κρίση έχει πλήξει εισοδήματα, έχει «φουντώσει» την ανεργία, έχει επηρεάσει δραστικά κάθε πτυχή της ζωής της πλειοψηφίας των πολιτών. Το εγχείρημα της ανάτασης, είναι κάτι περισσότερο από προφανές ότι απαιτεί ηράκλειες δυνάμεις και αντοχές.


Ακριβώς για αυτόν τον λόγο, δεν πρέπει να υπάρξει πλέον, ούτε μία στιγμή χαμένη. Είναι καιρός –επιτέλους- να ανασκουμπωθούμε και να στρωθούμε στη δουλειά. Οι δομικές μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται κι από το ίδιο το «μνημόνιο» θα ανοίξουν το δρόμο, καθαρίζοντάς τον από αγκυλώσεις και προστατευτισμούς και δημιουργώντας συνθήκες ανάπτυξης και ένα περιβάλλον πιο ανοιχτό και φίλιο προς την επιχειρηματικότητα. Αλλά αυτό δεν αρκεί, θα είναι μοναχά η αρχή. Ένα κράτος πιο ευέλικτο και φιλικό προς τον πολίτη, ένα σταθερό και φιλικό προς τις επιχειρήσεις φορολογικό σύστημα, ανάπτυξη και ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα, υψηλή κατάρτιση του εργασιακού δυναμικού, είναι μερικές από τις απαραίτητες συνθήκες για στηθεί ένα σκηνικό υγιούς ανάπτυξης.


Αυτό που ίσως όμως, αποτελεί το πλέον απαιτητό κομμάτι του παζλ της ανάκαμψης, είναι η δημιουργία και η επικοινωνία ενός Οράματος χειροπιαστού και οικείου, όχι απροσδιόριστου και ξενόφερτου. Κάθε τιτάνια προσπάθεια άλλωστε, είναι καταδικασμένη εκ των προτέρων χωρίς την ύπαρξή του. Η μέγιστη συνεισφορά του δε, εδράζεται στημεταβολή της Ψυχολογίας των πολιτών και στη δημιουργία της Ελπίδας –αυτών των τόσο απρόβλεπτων και τόσο κρίσιμων μεταβλητών στην πολύπλοκη εξίσωση της εξόδου από την κρίση.


Συνοψίζοντας, το νέο έτος που μόλις υποδεχθήκαμε, είναι ίσως το κρισιμότερο στη νεότερη ιστορία του τόπου. Η «Σιωπηρή Πλειοψηφία» καλείται με αισιοδοξία και αληθινή προσπάθεια, να επιτύχει τη μεγάλη υπέρβαση και να μας οδηγήσει στην Ελλάδα του μέλλοντός μας. Δρώντας με πραγματισμό και πατώντας γερά στα πόδια της, οφείλει να δώσει τη βροντερή της απάντηση στις μοιρολογίστρες, που έσπευσαν να καταδικάσουν αυτήν, το μέλλον της και την ίδια την χώρα…