Πίσω στο 1972, μία συνηθισμένη παγερή Κυριακή του Γενάρη, έμελε να μετατραπεί στην ημέρα-σύμβολο για τον πολυετή αγώνα της μικρής Ιρλανδίας ενάντια στη γείτονα, πάλαι ποτέ Βρετανική Αυτοκρατορία. Ήταν η περίφημη «Αιματοβαμμένη Κυριακή». 38 ολόκληρα χρόνια μετά, μία άλλη Κυριακή, θα μείνει και αυτή στην ιστορία του περήφανου αυτού λαού, αν όχι ως το σίκουελ της «Αιματοβαμμένης», σίγουρα ωςμία από τις πιο μαύρες στη σύντομη ιστορία του ως κράτος. Κι αυτό, διότι πριν δέκα ημέρες, επισημοποιήθηκε αυτό που αρκετοί θεωρούσαν καιρό τώρα αναπόφευκτο, αλλά η κυβέρνηση της χώρας το χαρακτήριζε ως ανεδαφικό σενάριο. Η υπαγωγή της Ιρλανδίας στο μηχανισμό βοήθειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έλαβε σάρκα και οστά. Η Ελλάδα, βρήκε σύντροφο-ναυαγό.
Η πορεία του Ιρλανδικού κράτους κατά τις τελευταίες δεκαετίες είναι, ξέχωρα από ιδιάζουσα, ιδιαιτέρως διδακτική. Παρά το γεγονός ότι από το 1973 η χώρα εντάχθηκε στους κόλπους της τότε Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) –για πολιτικούς παρά για οικονομικούς λόγους είναι αλήθεια-, παρέμενε για πολλά χρόνια ο «φτωχός συγγενής» της Ένωσης. Προς τα τέλη της δεκαετίας του ’80 όμως, η κυβέρνηση του Charles Haughey, προέβη σε δομικές και θαρραλέες μεταρρυθμίσεις –μείωση κρατικών δαπανών, ελάττωση φορολογίας, κλπ.- οι οποίες προσέδωσαν αναπτυξιακή ώθηση στην τελματωμένη οικονομία. Τα χρόνια που ακολούθησαν έχουν χαρακτηριστεί ως έναμοναδικό οικονομικό θαύμα. Η οικονομία της χώρας, μεταξύ 1990 και 2007 αναπτύχθηκε με μέσο ρυθμό 6,5% ετησίως, ωθούμενη κυρίως από τον εξωγενή χαρακτήρα της και τις άπλετες ξένες επενδύσεις που συνέρρεαν στην χώρα. Η «κέλτικη τίγρης» έμοιαζε ασταμάτητη.
Όπως και η ζωή όμως, έτσι και η οικονομική ιστορία, κάνει κύκλους.Όταν λοιπόν το 2008, χτύπησε το τσουνάμι της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι μάσκες έπεσαν και για την ιρλανδική οικονομία. Από κάποιο σημείο και μετά –οι περισσότεροι το τοποθετούν περί το 2001-, η αλματώδης ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας, είχε αρχίσει να στηρίζεται σε σαθρά θεμέλια. Η εύκολη δανειοδότηση και η φούσκα των ακινήτων ήταν αυτά που την τροφοδοτούσαν. Οι ιρλανδικές τράπεζες, στηριζόμενες στα χαμηλά επιτόκια της Ευρωζώνης, είχαν αρχίσει να χάνουν τον έλεγχο, δημιουργώντας ένα ογκωδέστατο ιδιωτικό χρέος, το υψηλότερο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Ήταν μαθηματικώς βέβαιο ότι θα ερχόταν το πλήρωμα του χρόνου και η φούσκα θα έσκαγε. Όπερ και εγένετο.
Κι εδώ ακριβώς εντοπίζεται και η ειδοποιός διαφορά μεταξύ των περιπτώσεων της Ελλάδας και της Ιρλανδίας. Διότι ενώ στη χώρα μας ο μεγάλος ασθενής υπήρξε το κράτος, στην Ιρλανδία αντιθέτως, την κατάρρευση προκάλεσαν οι τράπεζες. Μόνο που, το γεγονός ότι το 2008 η ιρλανδική κυβέρνηση έσπευσε να προβεί στην κρατικοποίηση σχεδόν του συνόλου του τραπεζικού τομέα, ήταν αναμφίβολα μία απόφαση η οποία απεδείχθη μοιραία και οδήγησε στο σημείο μηδέν -στο μηχανισμό βοήθειας. Και αυτό διότι μετέτρεψε το ιδιωτικό χρέος σε δημόσιο, εκτινάσσοντας το έλλειμμα του 2010, στα πρωτοφανή ύψη του 32%.
Παρ’όλα αυτά, η ιρλανδική κυβέρνηση μέχρι την τελευταία στιγμή, προσπάθησε να αποφύγει την υπαγωγή στον μηχανισμό στήριξης. Ο λόγος ήταν ότι από τη μία είχε ρευστά διαθέσιμα για ένα τουλάχιστον εξάμηνο και από την άλλη ήθελε να προασπιστεί την πολιτική της χαμηλής φορολογίας, που ακόμα και φέτος έφερε πλήθος ξένων επενδύσεων στην χώρα. Βέβαια, πίσω από αυτή την επιμονή της ιρλανδικής κυβέρνησης, ενδέχεται να κρύβονταν και λόγοι «εσωτερικής κατανάλωσης». Η κοινωνία, έχοντας ήδη περάσει μία διετία λιτότητας –με το εθνικό εισόδημα της χώρας να καταρρέει κατά 17%-, δύσκολα θα μπορέσει να ανεχθεί το ίδιο στωικά και αυτήν την εξέλιξη. Γεγονός που ήδη, μετά την υπαγωγή της χώρας στο μηχανισμό, άρχισε να διαφαίνεται ξεκάθαρα (εικ. 1).
Η αντίδραση της ηγεσίας της ΕΕ, αλλά και των ισχυρότερων χωρών της ηπείρου σε αυτές τις εξελίξεις, υπήρξε τουλάχιστον ανασφαλής. Έχει καταστεί πλέον σαφές, το γεγονός ότι ο ενθουσιασμός που επικράτησε πριν από έξι μήνες, μετά την ελληνική διάσωση και τη δημιουργία του μηχανισμού στήριξης, ήταν απολύτως ανεδαφικός. Ο μηχανισμός αυτός δημιούργησε ένα δίκτυ ασφαλείας, το οποίο λειτούργησε ως παραπέτασμα καπνού για τα χειρότερα που έρχονταν. Παρόμοια άλλωστε είχε επιδράσει και στην εξέλιξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης του ’08, η ανοιξιάτικη διάσωση της Bear Sterns, η οποία και οδήγησε στο φθινοπωρινό εφιάλτη με την κατάρρευση της Lehman Brothers και όλα όσα ακολούθησαν.
Παράλληλα, η ιρλανδική περίπτωση, έρχεται να ενισχύσει τα ήδη υπάρχοντα ερωτηματικά για τη «συνταγή» των μέτρων που πρέπει να ακολουθηθούν –τα οποία ήδη εφαρμόζονται στην χώρα μας. Η συγκεκριμένη δέσμη μέτρων δείχνει να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, καθώς μειώνει μεν τα δημοσιονομικά ελλείμματα των χωρών, αλλά αυξάνει δραματικά το βάρος του χρέους, το οποίο και στις δύο περιπτώσεις θα εκτιναχθεί σε ορίζοντα τριετίας στο 150%. Άμεση συνέπεια, η είσοδος σε μία καταστροφική σπείρα ύφεσης, με τραγικές συνέπειες για τις οικονομίες των χωρών –μείωση αγοραστικής δύναμης και αύξηση ανεργίας, μεταξύ πολλών άλλων.
Πλέον, είναι κάτι παραπάνω από ξεκάθαρο το ότι η ΕΕ έχει περιέλθει σε τέλμα, από το οποίο για να εξέλθει δεν αρκούν απλά βραχυπρόθεσμες πολιτικές λιτότητας και σιδηρά σύμφωνα σταθερότητας. Απαιτείται πρώτα και πάνω απ’όλα ένα όραμα ανάπτυξης, το οποίο δεν θα περιορίζεται μόνο στο οικονομικό πεδίο, αλλά θα αφορά το σύνολο των εκφάνσεων του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση άλλωστε, δεν στηρίχθηκε μόνο στην ανάγκη οικονομικής συνεργασίας, αλλά και στο πολιτικό όραμα λίγων μεγάλων ηγετών.
Ένας εξ’ αυτών, ο Ζακ Ντελόρ, συνήθιζε να λέει ότι η Ευρώπη είναι σαν το ποδήλατο. Αν το αφήσεις ακίνητο, θα πέσει. Οι σημερινοί ηγέτες της ΕΕ οφείλουν επιτέλους να αρθούν στο ύψος των ιστορικών περιστάσεων, να αφήσουν στην άκρη κοντόφθαλμες θεωρήσεις και ιδεολογικές αγκυλώσεις και με αποφασιστικότητα να οδηγήσουν το ευρωπαϊκό καράβι μέσα από τις φουρτουνιασμένες θάλασσες της κρίσης, σε νέους προορισμούς και πιο γαλήνια νερά για τους πολίτες της. Διαφορετικά, πολύ φοβούμαι ότι θα στέκονται ως απλοί παρατηρητές, βλέποντας τις επόμενες Ιρλανδίες να πέφτουν στον γκρεμό…
No comments:
Post a Comment