Οι πολυαναμενόμενες ενδιάμεσες εκλογές που έλαβαν χώρα στις ΗΠΑ την περασμένη Τρίτη, είναι αλήθεια ότι δεν επεφύλαξαν κανενός είδους έκπληξη. Στη μεγαλύτερη ανατροπή σκηνικού των τελευταίων 72 χρόνων, οι Ρεπουμπλικάνοι κατόρθωσαν να ανακτήσουν με ιδιαίτερη άνεση την πλειοψηφία της Βουλής των Αντιπροσώπων και να κερδίσουν πολλές «δημοκρατικές» έδρες στη Γερουσία –την οποία, όπως αναμενόταν, δεν κατάφεραν να ελέγξουν.
Μεγάλος νικητής της βραδιάς, το –ανά την υφήλιο πλέον- διάσημο κίνημα των Tea Parties (Πάρτι Τσαγιού) (εικ. 1), το οποίο, κατόρθωσε να εκλέξει ένα μεγάλο αριθμό υποψηφίων του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που υποστήριζε και να αποκτήσει κατά αυτόν τον τρόπο, μία ιδιαίτερα σημαντική εκπροσώπηση στα δύο σώματα του Κογκρέσου. Μεγάλος ηττημένος, ο πρόεδρος Barack Obama, ο οποίος κατόρθωσε μέσα σε δύο χρόνια να βρεθεί από το πολιτικό ζενίθ στο ναδίρ, από την απόλυτη λατρεία στην απόλυτη απαξίωση.
Το κίνημα των Tea Parties, παρουσιάζεται από αρκετούς αναλυτές, ως ένα συνονθύλευμα γραφικών, υπερσυντηρητικών και θρησκόληπτων στοιχείων, το οποίο κατά καιρούς κάνει την εμφάνισή του στην αμερικάνικη πολιτική πραγματικότητα –κυρίως σε εποχές οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων. Σίγουρα, ένα κομμάτι των μελών των Tea Parties, δεν απέχει πολύ από την παραπάνω περιγραφή. Σε καμία όμως περίπτωση δεν αποτελεί την πλειοψηφία και επιπρόσθετα, όσο πιο κοντά έρχεται στην πολιτική επιφάνεια, τόσο περισσότερο χάνει την ισχύ του. Σαφέστατη απόδειξη αυτού, αποτελεί το γεγονός ότι από τους υποψηφίους που στήριξε το κίνημα, αυτοί που πραγματικά επέτυχαν μεγάλες νίκες, υπήρξαν οι πλέον μετριοπαθείς –όπως ο Marco Rubio (εικ. 2) στη Φλόριντα και ο Rand Paul στο Κεντάκυ-, ενώ γραφικές περιπτώσεις σαν αυτή της Christine O’Donnell (εικ. 3), καταποντίστηκαν.
Αν λοιπόν κανείς, παραμερίσει τις όποιες γραφικότητες και παρατηρήσει την ουσία των όσων επαγγέλλονται τα Tea Parties, θα αντιληφθεί ότι ο πυρήνας των αιτημάτων τους συνοψίζεται σε δύο σλόγκαν-κλειδιά: Λιγότερο κράτος – Χαμηλότερες δημόσιες δαπάνες. Είναι ένα ζητούμενο το οποίο πλέον αποτελεί κεντρική πολιτική στόχευση της πλειοψηφίας των κυβερνήσεων στο δυτικό ημισφαίριο. Από τη Βρετανία του Cameron και τη Γερμανία της Merkel, μέχρι την Ισπανία του Zapatero και τον Καναδά του Harper, παντού γίνονται προσπάθειες να χαλιναγωγηθεί το τέρας των κρατικών ελλειμμάτων, με μειώσεις των δημοσίων δαπανών και περικοπές στον ρόλο του κράτους. Όταν κάτι αποτελεί πλέον διεθνή πρακτική, είναι τουλάχιστον αφελές να απαξιώνεται –και μάλιστα στις ΗΠΑ- ως γραφικό ή ακραίο, δεν νομίζετε;
Αυτές ακριβώς, σύμφωνα με μετρήσεις, είναι και οι απαιτήσεις της πλειοψηφίας της κοινωνίας των ΗΠΑ. Οι Αμερικάνοι τα τελευταία χρόνια ζουν μέσα σε μία «ομίχλη» αβεβαιότητας, κι ενώ ο πρόεδρος τους, τους διαβεβαίωνε ότι σύντομα θα εξέλθουν από αυτήν την κατάσταση, δεν έχουν καταφέρει ακόμα να δουν φως σε αυτό το τούνελ. Το «κακό» με τον μέσο Αμερικάνο πολίτη, είναι ότι δεν έχει μάθει να ζει στην αβεβαιότητα. Αντιθέτως, έχει μάθει να πατά με σιγουριά στα πόδια του και να ατενίζει με αισιοδοξία το μέλλον. Έχει μάθει να ζει το «Αμερικάνικο όνειρο». Κι ακριβώς επειδή το όνειρο τείνει να γίνει εφιάλτης, έχει εξαγριωθεί. Και το δείχνει. Τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών, υπήρξαν απλά ένα σύμπτωμα αυτής της παθογόνου κατάστασης.
Αυτό λοιπόν το μήνυμα της αμερικάνικης κοινωνίας, καλείται να εισπράξει ο πρόεδρος Obama και να αντιδράσει αναλόγως. Σε ευθέως ανάλογη κατάσταση άλλωστε, βρέθηκε και ο τελευταίος πρόεδρος των Δημοκρατικών, ο Bill Clinton, μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του 1994. Μάλιστα τότε οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν κερδίσει τον έλεγχο και των δύο Σωμάτων του Κογκρέσου. Ο πανούργος Clinton, αντέδρασε ακαριαία. Προσάρμοσε τις πολιτικές του, έβαλε νερό στο κρασί του όπου χρειάστηκε –ασφαλιστική μεταρρύθμιση- και ταυτόχρονα, υπήρξε αποφασιστικός όταν όφειλε, με αποτέλεσμα δύο χρόνια μετά να επανεκλεγεί θριαμβευτικά, μένοντας στην ιστορία ως ένας από τους πλέον επιτυχημένος προέδρους των ΗΠΑ.
Και ο Barack Obama όμως, σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί έναν αποτυχημένο πρόεδρο, πόσο μάλλον έναν ανίκανο πολιτικό. Ευφυέστατα, ο θριαμβευτής Marco Rubio το βράδυ της Τρίτης, έσπευσε να το υπενθυμίσει αυτό στο αλαλάζων κοινό του, σε μια προσπάθεια να το προσγειώσει. Ο Obama, είναι ο ίδιος πολιτικός για χάριν του οποίου λίγους μήνες πριν, ένα ολόκληρο έθνος –έστω, η πλειοψηφία του…- ζητωκραύγαζε εκείνο το περίφημο «Yes, we can» -«Ναι, μπορούμε» (εικ. 4). Είναι ο ίδιος Πρόεδρος που κατόρθωσε μέσα σε λίγους μήνες θητείας να αναστηλώσει την κατακρημνισμένη διεθνή εικόνα της χώρας του, ο ίδιος Πρόεδρος που έσωσε τον πλανήτη από μία δεύτερη Μεγάλη Ύφεση. Θα αποτελέσει μέγιστο σφάλμα των Ρεπουμπλικάνων αν τον ξεγράψουν από τώρα.
Συνοψίζοντας, το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων εκλογών, αποτελεί για τον πρόεδρο των ΗΠΑ ένα καμπανάκι, το οποίο του προσφέρει μία τελευταία ευκαιρία. Μια ευκαιρία για να απεμπολήσει τις ιδεοληψίες και να επικεντρωθεί στην πολιτική σύνθεση, να βγει από τον «γυάλινο πύργο» του και να αφουγκραστεί την μεγάλη πλειοψηφία της αμερικάνικης κοινωνίας, η οποία έπαψε –καιρό τώρα- να είναι σιωπηλή. Αυτή η πλειοψηφία, έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ, έναν πραγματιστή ηγέτη ο οποίος θα θέσει ως προτεραιότητά του, τη διακομματική συνεργασία. Και γι’αυτόν ακριβώς το λόγο, δεν πρόκειται να εμπιστευτεί ξανά έναν απόμακρο ιδεαλιστή, ο οποίος προωθεί την ιδεολογικά φορτισμένη πολιτική του ατζέντα, αδιαφορώντας για τα μηνύματα της «Μέσης Αμερικής».
Το ταλέντο του πολιτικού Barack Obama είναι υπερβολικά σπάνιο, για να πάει χαμένο εξαιτίας των πάσης φύσεως αγκυλώσεων του ανδρός. Ο ίδιος, πρέπει το συντομότερο δυνατό, να το αναλογιστεί αυτό και να πράξει τα δέοντα.