Thursday, 25 February 2010

Barack Obama: Όταν τα φωτοστέφανα αρχίζουν να θαμπώνουν...



Μόλις ένας χρόνος έχει περάσει από την στιγμή που και επίσημα, η μοναδική (?) υπερδύναμη του πλανήτη άλλαξε ηγεσία. Το τιμόνι των ΗΠΑ τον Γενάρη του 2009, ανέλαβε ένας πολιτικός του οποίου η εντυπωσιακή διαδρομή προς την πολιτική κορυφογραμμή είχε «κλέψει» τα φώτα της παγκόσμιας κοινής γνώμης για μεγάλο διάστημα. Σίγουρα, όχι αναίτια. Και μόνο η ίδια η πορεία του Barack Hussein Obama προς την εκλογή, όπως και ολόκληρη η ζωή του άλλωστε, απετέλεσε ένα μοναδικό στην ιστορία των ΗΠΑ φαινόμενο –πόσο μάλλον η επιτυχής κατάληξή της. Όλες αυτές οι συνθήκες κάτω υπό τις οποίες ανέλαβε ο Obama την εξουσία, δημιούργησαν υψηλότατες προσδοκίες για την διακυβέρνησή του -ανάλογες μόνο ίσως με την περίπτωση του προέδρου Kennedy-, εναποθέτοντας στους ώμους του ένα ομολογουμένως βαρύτατο φορτίο.

Αν το εξετάσει κανείς ιστορικά, αυτές οι υψηλότατες προσδοκίες, ποτέ δεν υπήρξαν και ο καλύτερος οιωνός για μία διακυβέρνηση. Κατά αυτόν τον τρόπο, η προεκλογική καμπάνια και η μέθη των πανηγυρισμών έμελλε κάποτε να τελιώσουν και ο νεόκοπος πρόεδρος-αστέρας με το επιτελείο του προσγειώθηκαν στην σκληρή πραγματικότητα. Είναι γεγονός, ότι τους πρώτους μήνες ο πρόεδρος και οι στενοί συνεργάτες του είχαν εκκινήσει ως ταύροι εν υαλοπωλείο. Η οικονομική κρίση άλλωστε δεν μπορούσε να περιμένει και απαιτούσε τολμηρά και ρεαλιστικά μέτρα για την αποσόβηση της κατάρρευσης. Εν πολλοίς, ο Obama κατόρθωσε να κρατήσει στιβαρά το τιμόνι και να οδηγήσει εκ του ασφαλούς την αμερικάνικη οικονομία που κρεμόταν από μία κλωστή, παραμερίζοντας ακραίες εσωκομματικές φωνές που τον καλούσαν να εθνικοποιήσει ότι βρισκόταν επί της γης. Ταυτόχρονα, στην εξωτερική πολιτική έκανε ορισμένες τολμηρές κινήσεις στα μέτωπα του μεσανατολικού και του Αφγανιστάν και κατόρθωσε να βάλλει ένα τέλος στην τρομακτική λεηλασία της διεθνούς εικόνας των ΗΠΑ που έλαβε χώρα επί οκταετίας Bush.

Κι ενώ τα πρώτα δείγματα άφηναν ελπίδες για μία συνεναιτική και πραγματιστική διακυβέρνηση –όπως είχε υποσχεθεί και ο ίδιος-, κάπου εκεί ήλθε το μεγάλο ζήτημα της μεταρρύθμισης του υγειονομικού συστήματος. Το συγκεκριμένο θέμα απετέλεσε σημαία της προεκλογικής του καμπάνιας και κατά αυτόν τον τρόπο, έγινε σύντομα αντιληπτό προς κάθε κατεύθυνση ότι το νομμοσχέδιο θα περάσει με κάθε κόστος. Δεν είχε υπολογιστεί όμως η αμερικάνικη κοινή γνώμη. Το αρχικό νομοσχέδιο σε σειρά δημοσκοπήσεων είχε πολύ μικρή αποδοχή και ακόμα και μέσα στο ίδιο το κόμμα των Δημοκρατικών υπήρξε διχασμός. Από τότε έγιναν μετατροπές, συζητήσεις επί συζητήσεων, γεγονός όμως παραμένει ότι αυτή η προσπάθεια για μεταρρύθμιση απετέλεσε το λεγόμενο turning point της διακυβέρνησης – το σημείο που όλα άρχισαν να αλλάζουν.

Έχοντας ήδη ανοίξει πολλά μέτωπα ταυτόχρονα, ο Obama άφησε στην άκρη τον ρόλο του ως ηγέτη μίας χώρας που περνούσε δύσκολες στιγμές και άρχισε να συμπεριφέρεται ως απλά ο αρχηγός ενός κόμματος και να πράττει μόνο προς την κατεύθυνση που του υποδείκνυαν οι ιδεολογικές αγκυλώσεις του κόμματος αυτού. Κατά αυτόν τον τρόπο έρχεται ολοένα και συχνότερα σε απόλυτη αντιδιαστολή με την ουσία του ρόλου του Προέδρου στο αμερικάνικο πολιτικό σύστημα, ο οποίος οφείλει να είναι υπεράνω κομμάτων και να χαρακτηρίζεται από προσπάθειες σύνθεσης απόψεων και επίτευξης συναινέσεων. Στην ουσία, αυτό που προσπαθεί να επιτύχει τους τελευταίους μήνες, είναι να μεγενθύνει τον ρόλο του κεντρικού κράτους μεταφέροντας έτσι το ισοζύγιο της αμερικάνικης πολιτικής σκηνής προς τα αριστερά, με τρόπο πολλές φορές ανορθόδοξο, ακόμα και σε θέματα που η πλειοψηφία της κοινής γνώμης αντιτίθεται κατάφωρα. Πρακτικές που αντιβαίνουν όχι μόνον στις βασικές αρχές πάνω στην οποίες χτίσθηκε το οικοδόμημα του αμερικάνικου πολιτικού συστήματος, αλλά και στο αισθητήριο της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών.

Όλα αυτά δεν μπορούσαν να έλθουν χωρίς κόστος. Τα εντυπωσιακά νούμερα αποδοχής του Obama άρχισαν να κατρακυλίζουν, για να φτάσουν στο κλείσιμο του έτους σε επίπεδα χαμηλότερα κι από αντίστοιχα μη δημοφιλών προέδρων, όπως ο Nixon και ο Carter. Σε αυτά ήρθε να προστεθεί και η παταγώδης αποτυχία στην Μασσαχουσέτη –προπύργιο του εκλιπόντος Teddy Kennedy-, όπου οι Ρεπουμπλικάνοι εξέλεξαν δικό τους γερουσιαστή ύστερα από δεκαετίες, για να διαμορφωθεί ένα ιδιαίτερα δυσοίωνο σκηνικό για τις προοπτικές της πορείας διακυβέρνησής του. Λίγοι είναι πλέον οι αναλυτές που θυμούνται ότι, μόλις πριν ένα χρόνο οι ΗΠΑ ετοιμάζονταν να υποδεχθούν τον νέο τους Μεσσία. Οι περισσότεροι μοιάζουν έτοιμοι να τον απαρνηθούν.

Παρ’όλα αυτά, για έναν τόσο χαρισματικό πολιτικό, δεν είναι δυνατόν να εκλείψει τόσο εύκολα η προοπτική για κάτι καλύτερο. Αυτό που απλούστατα οφείλει –πρωτίστως στους μυριάδες που τον λάτρεψαν και εναπόθεσαν τις ελπίδες τους πάνω του- να κάνει ο πρόεδρος Obama, είναι να θυμηθεί τον ίδιο του τον εαυτό, όταν τόσο εμφατικά διακήρυττε ότι «δεν βλέπω μία μπλε Αμερική και μία κόκκινη Αμερική, βλέπω μόνον τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής». Οφείλει να αφήσει στην άκρη τα μικροκομματικά οφέλη, να κλείσει τα αυτιά του σε ακραίες παραινέσεις, και να αρχίσει επιτέλους να ηγείται. Να προωθήσει επί τω πρακτέω την συναίνεση στα κρίσιμα θέματα της οικονομίας και της υγείας, να πάρει δύσκολες και επώδυνες αποφάσεις και να προσπαθήσει να προσδώσει σε όλες του τις κινήσεις ένα ξεκάθαρο όραμα που θα μπορέσει πάλι να εμπνεύσει την κοινωνία. Από το κατά πόσον θα το επιτύχει αυτό εξαρτώνται πολλά –όχι μόνον για τον ίδιο και το κόμμα του, αλλά και για την εν γένει μελλοντική θέση των ΗΠΑ στην ολοένα και πολυπλοκότερη παγκόσμια σκακιέρα.