Η βρετανική πολιτική σκηνή, μαζί με άλλους τομείς της συγκεκριμένης κοινωνίας, διακρινόταν παραδοσιακά για την ιδιοτυπία της. Κατά αυτόν τον τρόπο, ενώ κατά την δεκαετία του ‘80 είχαμε στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης την άνοδο σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην εξουσία, στην Αγγλία είχαμε την γέννηση του Θατσερισμού και την απόλυτη κυριαρχία των συντηρητικών Tories. Ετσι, κι ενώ περί τα μέσα της δεκαετίας του ‘90 άρχιζε η ανάκαμψη της ευρωπαικής κεντροδεξιάς, στην Γηραιά Αλβιώνα θριάμβευε ο «τρίτος δρόμος» της σοσιαλδημοκρατίας, με πνευματικό πατέρα του τον Giddens και μπροστάρη τον Blair. Τα παραπάνω δεν υποννοούν καμία απολύτως ντετερμινιστική προσέγγιση, απλά είναι αδύνατον να διαφύγουν της προσοχής όποιου παρακολουθεί τον τελευταίο κυρίως χρόνο την αλματώδη άνοδο των υπό τον David Cameron βρετανών Συντηρητικών, εν μέσω μίας σημαντικής παγκόσμιας στροφής των κοινωνιών σε κεντροαριστερά πολιτικά σχήματα.
Σαφέστατα, τίποτα στην πολιτική δεν είναι τυχαίο. Μετά από την επί 18 συναπτά έτη παραμονή τους στην εξουσία (1979-1997), οι Tories είχαν περιέλθει σε σημείο τέτοιο από το οποίο πολύ σπάνια πολιτικός σχηματισμός δύναται να ανανήψει. Και πράγματι για πολλά χρόνια η κυριαρχία των Εργατικών ήταν αδιαμφισβήτητη κι οι Συντηρητικοί βρίσκονταν μεταξύ σφύρας κι άκμονος –συνεχείς αλλαγές ηγεσίας, συρρίκνωση εκλογικής επιρροής, απώλεια ακόμα και παραδοσιακών ομάδων υποστηρικτών τους. Κι όμως. Πάνε μόλις τρία χρόνια από την στιγμή που ανέλαβε την αρχηγία του κόμματος ο νεόκοπος David Cameron και το όλο σκηνικό έχει ανατραπεί πλήρως. Σίγουρα σε αυτήν την ανατροπή έχει συμβάλει κι η παταγώδης απότυχια των Εργατικών να διαχειριστούν καυτά θέματα υψίστης σημασίας καθώς κι η ανικανότητα του Gordon Brown να εμπνεύσει και να πείσει οτι μπορεί να δώσει νέα πνοή στο κόμμα του και πολύ περισσότερο στην κοινωνία. Παρ’όλα αυτά, η διαφορά στις δημοσκοπήσεις –προσεγγίζει το 20%- είναι υπερβολικά ευμεγέθης για να αποδωθεί κυρίως στην ανικανότητα του Εργατικού κόμματος και της ηγεσίας του.
Αντιθέτως, η εντυπωσιακή αυτή πορεία των Tories προς τις εκλογές του επόμενου έτους, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εντυπωσιακή και σε σημεία ριζοσπαστική ατζέντα διακυβέρνησης της χώρας που έχει παρουσιάσει ο Cameron και οι συνεργάτες του. Το ιδεολογικό περιεχόμενό της έχει περιγραφεί από τον ίδιο με τον κάπως παράταιρο τίτλο «προοδευτικός συντηρητισμός» (“progressive conservatism”). Κι αν όντως με μία πρώτη ματιά η αντίδραση μπορεί να είναι κάπως επιφυλακτική όσ’ον αφορά την πρακτική εφαρμογή ενός προγράμματος που φέρει αυτό τον κάπως παράδοξο τίτλο, μία βαθύτερη μελέτη των προτάσεων του προγράμματος διακυβέρνησης δικαιώνει απόλυτα την χρησιμοποίηση του επιθέτου «προοδευτικός» για τον προοσδιορισμό της κατεύθυνσης που ακολουθεί αυτό.
Διότι, πώς αλλιώς παρά προοδευτική μπορεί να χαρακτηριστεί η πολιτική ενός από τα πιο παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης, όταν αναφέρει ως βασικούς της στόχους, την δημιουργία μίας κοινωνίας η οποία θα είναι δίκαιη, πιο πράσινη, θα προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλους τους πολίτες της και θα είναι πιο ασφαλής. Το όραμα των Tories για την Βρετανία του 21ου αιώνα περιέχει προτάσεις για όλο το φάσμα των πολιτικών θεμάτων οι οποίες είναι ρηξικέλευθες όχι μόνο για ένα κόμμα συντηρητικό αλλά και για οποιοδήποτε εκπρόσωπο του πολιτικού φάσματος.
Πιο συγκεκριμένα, δίνεται ιδιαίτερη βάση στον ρόλο της εκπαίδευσης για την επίτευξη του στόχου των ίσων ευκαιριών σε όλους τους πολίτες, προωθώντας την αύξηση του ανταγωνισμού στην μέση εκπαίδευση και την ισχυροποίση του ρόλου των καθηγητών στα σχολεία. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται κι η προώθηση του θεσμού της οικογένειας –ενός θεσμού που έχει πάψει πια να αποτελεί συνεκτικό ιστό της βρετανικής κι όχι μόνο κοινωνίας- ως κεντρικού πυλώνα για το κτίσιμο μιας κοινωνίας με πιο ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των μελών της και με αυξημένο το αίσθημα της συλλογικότητας αλλά και της ατομικής ευθύνης.
Παράλληλα, προωθείται αύξηση της αποκέντρωσης της λήψης αποφάσεων και των γενικότερων αρμοδιοτήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των τοπικών κοινωνιών, η οποία ταυτόχρονα με τον ενισχυμένο ρόλο του εθελοντισμού και των αντίστοιχων οργανώσεων, στοχεύει στην ενίσχυση της ενεργού συμμετοχής των απλών πολιτών στην πολιτική. Επίσης μεγάλη βάση δίνεται και στην ανάγκη ανάπτυξης μίας «πράσινης οικονομίας», με την δημιουργία μεγάλου αριθμού αντιστοίχων θέσεων εργασίας και την ενίσχυση πολιτικών για την προώθηση χρήσης εναλλακτικών μορφών ενέργειας.
Τα παραδείγματα προοδευτικών προτάσεων που μπορούν να αντληθούν από την ατζέντα των Tories είναι αναρίθμητα. Ο Cameron όμως δεν έμεινε μόνο στην ανανέωση του ιδεολογικής ταυτότητας του κόμματός του. Προχώρησε και σε εκτεταμένες αλλαγές προσώπων, αναδεικνύοντας στην πολιτική σκήνη σε πρωταγωνιστικούς ρόλους μεγάλο αριθμό νέων –όχι απαραίτητα σε ηλικία αλλά κυρίως σε ιδέες- πολιτικών, μεγάλο μέρος των οποίων αποτελεί και το μονίμως μειοψηφικό γυναικείο φύλο. Κατά αυτόν τον τρόπο προσέδωσε στο κόμμα του μία τελείως διαφορετική εικόνα και μία αύρα η οποία δεν περιορίζεται σε ένα καλογυαλισμένο περίβλημα, αλλά στηρίζεται σε ένα στιβαρό σύνολο προτάσεων για το άμεσο και μακροπρόθεσμο μέλλον της βρετανικής κοινωνίας.
Στην χώρα μας, το κόμμα το οποίο δραστηριοποιείται στην ίδια πολιτική «γειτονιά» με τους βρετανούς συντηρητικούς, είναι η κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία. Ως κομματικός σχηματισμός της ευρύτερης κεντροδεξιάς, ποτέ του ουσιαστικά δεν είχε μία ξεκάθαρη ιδεολογική ταυτότητα. Ξεκίνησε με τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό (καραμανλισμό στην ουσία), για να περάσει σε πιο φιλελεύθερα κατατόπια επί προεδρίας Μητσοτάκη, μέχρι να κάνει την νεοκαραμανλική στροφή στον μεσαίο χώρο και στην ουσιαστική αποιδεολογικοποιήση. Κι αυτό καθώς στην σημερινή κυβέρνηση συμβιώνουν παλαιάς κοπής πολιτικοί της λαικής δεξιάς με -τουλάχιστον κατ’όνομα- φιλελεύθερους εκσυγχρονιστές, παράγοντας κι αμφίσημης κατεύθυνσης κυβερνητικό έργο, χωρίς ξεκάθαρες στοχεύσεις και μακροπρόθεσμο πλάνο.
Αναμφίβολα, ο Κώστας Καραμανλής θα είχε πολλά να διδαχθεί από τον τρόπο με τον οποίο ανανεώθηκαν εκ βάθρων κι άκρως επιτυχημένα οι βρετανοί συγγενείς της Νέας Δημοκρατίας. Κι αναντίρρητα, προτάσσοντας μία ανάλογη και φυσικά προσαμοσμένη στα δεδομένα της χώρας μας ατζέντα, θα συμβάλει τα μέγιστα τόσο στην ιδεολογική και πολιτική αναστήλωση του κόμματός του, όσο και στην πορεία ανανέωσης της χώρας, που πλέον αποτελεί επιτακτική ανάγκη για το μέλλον της.